Γιάφα

Γιάφα
(Yafa). Πόλη (348.100 κάτ. το 1999) του Ισραήλ. Βρίσκεται σε ακρωτήριο με στρατηγική θέση στη Μεσόγειο και αναφέρεται για πρώτη φορά σε αιγυπτιακά κείμενα του 16ου αι. π.Χ. Παλαιότερα γραφόταν Γιάφφα. Γνώρισε διαδοχικά την κατοχή των Αιγυπτίων, των Συρίων, των Ελλήνων, των Εβραίων και των Ρωμαίων και κατά τον Μεσαίωνα αποτέλεσε σημαντικό πολιτιστικό και εμπορικό κέντρο των Αράβων της Παλαιστίνης. Από τον 16o αι. έως το 1917 βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Τούρκων και στη συνέχεια ενσωματώθηκε στην περιοχή της Παλαιστίνης που έλεγχαν οι Βρετανοί. Μετά τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1946-49, την κατέλαβαν οι Ισραηλινοί, ενώ σύμφωνα με απόφαση του OHE (19 Νοεμβρίου 1967), η Γ. ανήκε στο αραβικό κράτος της Παλαιστίνης. Σήμερα αποτελεί τμήμα του εθνικού εδάφους του Ισραήλ και είναι ενσωματωμένη σε κοινό δήμο με την πόλη Τελ-Αβίβ, πρώην πρωτεύουσα του κράτους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • Τελ Αβίβ — Πόλη (317.800 κάτ.) του Ισραήλ, πρωτεύουσα του διαμερίσματος Τελ Αβίβ (170 τ. χλμ.) που αποτελείται από την ένωση των πόλεων Γιάφα (Ιόππης) και Τελ Αβίβ. Η Γιάφα, που βρίσκεται στη βραχώδη προεξοχή της Ανατολικής Μεσογείου και θεωρείται τώρα… …   Dictionary of Greek

  • Ιόππη — Εξελληνισμένος τύπος της ονομασίας της ισραηλινής πόλης Γιάφα. Βλ. λ. Γιάφα· Τελ Αβίβ …   Dictionary of Greek

  • Σταυροφορίες — Ονομάζονται έτσι οι πολεμικές εκείνες επιχειρήσεις των Δυτικοευρωπαίων (11ος 13ος αι.), που εγκαινιάζονται με πρωτοβουλία των παπών και στόχο την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους Μωαμεθανούς και ειδικότερα από τους Σελτζούκους Τούρκους, και… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Τάφος — Ονομασία του τάφου του Χριστού, που βρίσκεται στον μεγάλο ναό της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ και, γενικότερα, των Αγίων Τόπων. Τόσο τα Ευαγγέλια όσο και οι Πράξεις των Αποστόλων δεν μνημονεύουν την ακριβή θέση του τάφου και, έως τον 4o αι. μ.Χ.,… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • Μόστρας, Γεώργιος — (17oς αι.). Λόγιος και δάσκαλος από την Άρτα. Εξασκούσε το επάγγελμα του δασκάλου στην Κοζάνη, αλλά αναγκάστηκε να εκπατριστεί στην Κωνσταντινούπολη, για να αποφύγει τον διωγμό του Αλή πασά. Στον νέο τόπο διαμονής του εργάστηκε ως διπλωμάτης στη… …   Dictionary of Greek

  • Ριχάρδος — Όνομα 3 βασιλιάδων της Αγγλίας. 1. Ρ. Α’ ο Λεοντόκαρδος (Οξφόρδη 1157 – Σαλί, Λιμουζέν 1199). Διαδέχτηκε τον Ερίκο B’ (1189) αλλά λίγους μήνες αργότερα έφυγε από την Αγγλία με οχτώ χιλιάδες άντρες για να ενωθεί με τους Σταυροφόρους. Κατέλαβε την… …   Dictionary of Greek

  • Ιόππη — η αρχαία παραλιακή πόλη της Παλαιστίνης, η σημερινή πόλη Tελ Aβίβ Γιάφα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”